
33 τὰ ἀθλητικά · ἡ ἱππασία
33.1 ἱππ-εύω
ἱππ-άζομαι
ἐλαύνω (ἐλῶ, ἤλασα) ἵππον
33.2 κέλης, ητος, ὁ
μόνιππος, ὁ
33.3 ἱππικὴ ἐσθής, ῆτος, ἡ
33.4 μάστ-ιξ, ῑγος, ἡ
33.5 ἱππικοὶ ἐμβάτ-αι [ᾰ], ῶν, οἱ
33.6 χᾰλῑνός, ὁ
33.7 στόμιον, τό
στομίς, ίδος, ἡ
33.8 κημός, ὁ
φορβ-ειά, ἡ
φῑμ-ός, ὁ
33.9 ἐφίππ-ιον, τό
33.10 ἀναβολ-εύς, έως, ὁ
33.11 ἱππικὸς δρόμος μετ’ ἐμποδίων, ὁ
33.12 ἐκτεν-ὴς ἢ ἐκτεταμένος δρόμος, ὁ
33.13 κάλπη, ἡ
ἐκτενέστερος δρόμος, ὁ
33.14 οἰκ-ήματα, ατῶν, τά
33.15 ἄφεσις τῶν ἵππων, εως, ἡ
33.16 ἱππο-δρομία μετ’ ἐμποδίων, ἡ
33.17 λήπ-της ἐνεχύρ-ων [ῠ], ου, ὁ
πράκ-τωρ στοιχ-ημάτων, ορος, ὁ
33.18 περίδοσις, εως, ἡ